Καλώς ήρθατε στη Gaioptima

GAIOPTIMA BLOG

20 Μαΐου, 2022

Δειγματοληψία εδάφους με σκοπό την μέτρηση εδαφικών παραμέτρων για γεωργική χρήση

 Η εδαφοανάλυση , η μέτρηση δηλαδή των εδαφικών ιδιοτήτων που είναι σημαντικές για την εδαφική  γονιμότητα και αειφορία, αντιστοιχεί κατά κάποιο τρόπο σε ένα στιγμιότυπο του συνόλου των εδαφικών ιδιοτήτων που μας ενδιαφέρουν. Για να είναι χρήσιμο το στιγμιότυπο αυτό θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αντιπροσωπευτικό του υπό εξέταση αγρού.  Η ανάγκη αυτή προκύπτει από την ανομοιογένεια του εδάφους δηλαδή την μεταβλητότητα των μετρούμενων τιμών τόσο όταν κινούμαστε οριζόντια στο έδαφος  όσο και κατακόρυφα.

Αν δεν συνέβαινε αυτό θα αρκούσε ένα μόνο δείγμα για την διαπίστωση των μετρούμενων παραμέτρων σε όλη την έκταση του αγρού.  Αντί αυτού είμαστε αναγκασμένοι να συλλέγουμε περισσότερα του ενός δείγματα προσπαθώντας σε αυτά να συμπεριλάβουμε όση περισσότερη από την εδαφική παραλλακτικότητα η οποία τελικά θα εκφραστεί σε ένα σύνολο μέσων τιμών εδαφικών ιδιοτήτων – το στιγμιότυπο δηλαδή που αναφέραμε πιο πάνω –  στο οποίο θα βασιστεί  η ερμηνεία της εδαφοανάλυσης και οι αντίστοιχες συστάσεις λιπάνσεων.   

Ας σκεφτούμε πως σε ένα μέσης μηχανικής σύστασης αγρό και έκταση 10 στρεμμάτων βάθους 30 εκατοστών αντιστοιχούν περίπου 3900 τόνοι εδάφους. Αν κάνουμε δειγματοληψία από τον αγρό αυτό θα καταλήξουμε σε ένα δείγμα εδάφους βάρους 1,5 έως 2 κιλών. Από αυτό το δείγμα το εργαστήριο θα χρησιμοποιήσει 5 γραμμάρια για να υπολογίσει τον διαθέσιμο εδαφικό φωσφόρο. Θα πρέπει δηλαδή 5 γραμμάρια να είναι όσο το δυνατό αντιπροσωπευτικότερα των 3900 τόνων εδάφους.

Το δειγματοληπτικό σφάλμα , η λήψη δηλαδή δείγματος εδάφους προς ανάλυση το οποίο δεν αντιπροσωπεύει καλά τον αγρό, μπορεί να ακυρώσει όλη την προσπάθεια της εδαφοανάλυσης.  Ακόμα και αν η εργαστηριακή αναλυτική διαδικασία γίνει άψογα δεν μπορεί να διορθώσει μια λανθασμένη δειγματοληψία. Μεταξύ των δύο αυτών σφαλμάτων του δειγματοληπτικού και του αναλυτικού, του σφάλματος δηλαδή που θα γίνει κατά τη μέτρηση στο εργαστήριο, το δειγματοληπτικό σφάλμα θεωρείται πάντα μεγαλύτερο και καθοριστικότερο. Έτσι θα πρέπει μετά την επιλογή του εργαστηρίου που εμπιστευόμαστε περισσότερο για τις αναλύσεις μας να έχουμε εξασφαλίσει ότι είμαστε σε θέση να πάρουμε ένα αντιπροσωπευτικό και αξιόπιστο δείγμα. Πως οδηγούμαστε όμως στο δειγματοληπτικό σφάλμα;  Ένα απλουστευμένο οπτικοποιημένο παράδειγμα μας δίνει την απάντηση.

Στην παραπάνω εικόνα φαίνονται δυο γειτονικές λοφώδεις θέσεις. Αν τις θεωρήσουμε ένα ενιαίο αγρό και συλλέξουμε δείγματα και από τις δύο καταλήγοντας έτσι σε ένα κοινό δείγμα οι μετρήσεις που θα πάρουμε θα είναι άχρηστες και για τη μια θέση και για την άλλη. Αυτό που μας πληροφορεί σχετικά με τη διαφορετικότητά τους είναι το χρώμα τους. Θα χρειαστεί τουλάχιστον ένα ξεχωριστό δείγμα για την κάθε μια για να έχουμε μετρήσεις που να μπορούμε να τις εμπιστευτούμε.   Οι περισσότεροι παραγωγοί είναι ικανοί στο να διακρίνουν διαφορές όπως της παραπάνω εικόνας και να μην καταλήγουν σε ένα ελάχιστα αντιπροσωπευτικό δείγμα. Ωστόσο μπορεί να υπάρχουν πηγές εδαφικής ανομοιογένειας οι οποίες να μην είναι τόσο διακριτές. Εφόσον , για παράδειγμα, σε ένα αγρό έχει προηγηθεί καλλιέργεια κηπευτικών τότε οι γραμμές φύτευσης αποτελούν ζώνες με διαφορετική μεταχείριση λιπασμάτων σε σχέση με το υπόλοιπο κομμάτι του αγρού . Αν κατά την λήψη δειγμάτων προκειμένου να εγκαταστήσουμε μια δενδρώδη καλλιέργεια αγνοώντας την καλλιέργεια κηπευτικών που έχει προηγηθεί, κινηθούμε τυχαία κατά μήκος μιας γραμμής φύτευσης θα καταλήξουμε σε υπερεκτιμημένες ποσότητες διαθέσιμων θρεπτικών και κατά συνέπεια λανθασμένες.

Η διενέργεια μιας όσο το δυνατό αντιπροσωπευτικής δειγματοληψίας εδάφους δεν περιγράφεται με έναν γενικευμένο κανόνα που να ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις. Υπάρχουν ωστόσο βασικές αρχές και κριτήρια που μπορούν να μας κατευθύνουν. Απορρέουν από ερωτήματα που οφείλουμε να αποσαφηνίσουμε σχετικά με τη λήψη δειγμάτων: ποιος είναι ο σκοπός της εργασίας μας,

ποια μέθοδο δειγματοληψίας θα ακολουθήσουμε,

ποιες περιοχές του αγρού θα πρέπει οπωσδήποτε ν αποφύγουμε,  

ποια καλλιέργεια αφορά,

πόσα υποδείγματα θα πάρουμε για να καταλήξουμε στο τελικό σύνθετο δείγμα,

 ποιο θα πρέπει να είναι το βάθος λήψης των δειγμάτων,

 ποια είναι η κατάλληλη εποχή δειγματοληψίας,

ποιες εδαφικές ιδιότητες μας ενδιαφέρουν,

πως επηρεάζει η κατεργασία του εδάφους την δειγματοληψία,

πόσο συχνά πρέπει να γίνεται εδαφοανάλυση σε έναν αγρό και συνεπώς  πόσο συχνά θα πρέπει να γίνεται δειγματοληψία,

τι εργαλεία χρειαζόμαστε,

ποιο χρηματικό ποσό είμαστε διατεθειμένοι να δαπανήσουμε,

 πως θα μεταχειριστούμε τα δείγματα μέχρι την αποστολή τους στο εργαστήριο.    

Σκοπός του άρθρου μας ήταν να αναδείξει τη σπουδαιότητα και τη δυσκολία λήψης ενός αντιπροσωπευτικού δείγματος εδάφους με σκοπό την μέτρηση των γεωργικού ενδιαφέροντος ιδιοτήτων του.

Σε επόμενη αρθρογραφία η ομάδα της GAIOPTIMA  θα αποσαφηνίσει τα παραπάνω ερωτήματα κάνοντας εφικτή την αποτελεσματική λήψη δείγματος.